for ...
Σ ε θ υ μ ά μ α ι σ α ν π ό λ η
Σε θυμάμαι σαν πόλη, σα να υπήρξε μια χώρα με πρωτεύουσα εσένα. Για να ξεφύγω από σένα έπαιρνα τα όρη και τα βουνά, και τριγυρνούσα τις Κυριακές στα προάστια. Σε θυμάμαι με κήπους κι ανάκτορα, με δικαστήρια και θέατρα, τώρα που πλήττω μες τα μικρά χωριά και το χορτάρι ψηλώνει.
Τ ο δ έ ν τ ρ ο
Επειδή ήταν πολύ αγαπημένοι ─όλη μέρα μπορούσαν να λέν' σαχλαμάρες─ χωρίς να πέφτουν απ' τα κλαριά του πανύψηλου εκείνου δέντρου, όπου είχαν ανεβεί για να 'ναι μόνοι, ανάμεσα στους ωραίους καρπούς που ακίνητοι άκουγαν, με μιαν αμείωτη και συγκινημένη σοβαρότητα. Ύστερα έπαψαν ν' αγαπιούνται, πιάσαν μιαν ατέλειωτη σοβαρή κουβέντα. Τότε, το δέντρο τους τίναξε κάτω μαζί με τους άλλους ανθρώπους. Αυτό το δέντρο δεν αστειεύεται, οι καρποί του είναι είρωνες κι αυστηροί, έχουν, εξάλλου, ειδικευτεί στη μετάφραση. (Ν.Ρ. Παπαγεωργιου)