Παρασκευή 29 Ιουνίου 2012

Στους ταξιδιωτες του Βορια ..... Αφιερωμενο

Είναι παλιό το λιμάνι

Είναι παλιό το λιμάνι, δεν μπορώ πια να περιμένω
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πεύκα,
ούτε το φίλο που έφυγε στο νησί με τα πλατάνια,
ούτε το φίλο που έφυγε για τ' ανοιχτά.

Χαϊδεύω τα σκουριασμένα κανόνια, χαϊδεύω τα κουπιά
να ζωντανέψει το κορμί μου και ν' αποφασίσει.
Τα καραβόπανα δίνουν μόνο τη μυρωδιά
του αλατιού της άλλης τρικυμίας.

Αν το θέλησα να μείνω μόνος, γύρεψα
τη μοναξιά, δε γύρεψα μια τέτοια απαντοχή,
το κομμάτιασμα της ψυχής μου στον ορίζοντα,
αυτές τις γραμμές, αυτά τα χρώματα, αυτή τη σιγή.

Τ' άστρα της νύχτας με γυρίζουν στην προσδοκία
του Οδυσσέα για τους νεκρούς μες στ' ασφοδίλια.
Μες στ' ασφοδίλια σαν αράξαμε εδώ πέρα θέλαμε να βρούμε
τη λαγκαδιά που είδε τον Άδωνι λαβωμένο.


Γ. Σεφερης


Πέμπτη 28 Ιουνίου 2012

Ἀπὸ τό «ΤΡΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ»



Ἔφυγε ἡ ζωή μας ἢ ἔφυγαν πουλιὰ ἀπ' τὴν παλάμη τοῦ Θεοῦ;
Τράβηξαν τουφεκιὲς νὰ τὰ σκοτώσουν
Ἡ ζωή μας ἔγινε ὡραιότερη
Τόσο ποὺ μοιάζει μὲ ἄστρο ὅταν τὴν κοιτάξω
Καὶ δὲν μπορῶ νὰ τὴν κατεβάσω στὸ γιαλὸ
καὶ νὰ τὴν κάμω πλοῖο
Ὢ περιστέρι τῆς ψυχῆς πήγαινε στὸ καλὸ
Πήγαινε τώρα μὲ τὸ μελτέμι
Καὶ φίλησέ μου ὅσα μαργαριτάρια συναντήσεις
Ἂν δὲν μὲ βλέπεις μὴ φοβᾶσαι θὰ γιορτάζω μαζί σου
Στὸ ταξίδι μας θὰ σηκώσουμε τὰ νερὰ τῆς θάλασσας
Νὰ εὐλογήσουν ὅ,τι ἀγαπήσαμε καὶ ὅ,τι δὲν ξεχνᾶμε πιὰ
[...]
Γιώργος Σαραντάρης



Τετάρτη 27 Ιουνίου 2012

Έλα καμιά φορά,
μετά τη δουλειά,
να με πάρεις και τρέχοντας να χτυπάμε κουδούνια αγνώστων κλέβοντας τσίχλες απ’ τα περίπτερα με τις γλώσσες στ’ αυτιά και τα υγρά να σκάνε στο παγκάκι,
στο φεγγάρι,
στο χώμα,
στο κύμα,
μέχρι να χαράξει ο κόσμος,

να μεγαλώσουμ’ απότομα
και να είμαστε τώρα.

Δημήτρης Τανούδης


Τρίτη 26 Ιουνίου 2012

H φοβερη ωρα



Αυτό που θα ‘θελα εγώ δεν είναι να θυμάμαι
Είναι να κρεμαστώ να στηριχτώ να γραπωθώ
να αγκαλιαστώ
Να θρονιαστώ επάνω στις παλιές ώρες
Να τις λειώσω σχεδόν
Να τις ιππεύσω εγώ και εκείνες να με πηγαίνουν
Να ξαναταξιδέψω στο ταξίδι τους
Να τις βγάλω επιτέλους από κείνη την τσέπη
Όπου τις φυλάω στα σκοτεινά ταΐζοντάς τες ψίχουλα
Και να μου λένε πάντα αδιάκοπα
Ότι δεν θα φύγουν
Ότι είμαστε μαζί για πάντα
Ότι δεν θα μ’ αφήσουν μόνο
Και κυρίως από οίκτο να πουν
Ότι ποτέ δεν με απάτησαν
Ούτε θα με απατήσουν ποτέ
Ότι η ζωή ήταν αυτό.

Τομάς Σεγόβια



Δευτέρα 25 Ιουνίου 2012

O θάνατος θα 'ρθει και θα 'χει τα μάτια σου

O θάνατος θα 'ρθει και θα 'χει τα μάτια σου
αυτός ο θάνατος που μας συντροφεύει
απ' το πρωί ως το βράδυ, άγρυπνος,
κρυφός, σαν μια παλιά τύψη
ή μια παράλογη συνήθεια. Τα μάτια σου
θα 'ναι μια άδεια λέξη.
Κραυγή που έσβησε, σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωινό
όταν μονάχη σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω, αγαπημένη ελπίδα,
αυτή τη μέρα θα μάθουμε και εμείς
πως είσαι η ζωή κι είσαι το τίποτα.


Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα
O θάνατος θα 'ρθει και θα 'χει τα μάτια σου
Θα' ναι σαν ν' αφήνεις μια συνήθεια,
σαν ν' αντικρίζεις μέσα στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα πρόσωπο νεκρό,
σαν ν' ακούς ένα κλεισμένο στόμα.
Θα κατέβουμε στην άβυσσο βουβοί.


Cesare Paveze

Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

Μια διάχυτη αίσθηση αηδίας και άδειου...

Γυρνάω έρημος στο νυχτωμένο δρόμο των ωρών μου
Καπνίζοντας την υποχθόνια λύπη αυτού του κόσμου

H λύπη μου είν'άγαλμα που δεν τσακίζεται
Η περηφάνεια μου είν'άγαλμα και δε λυγάει
Εγω είμ'άγαλμα
Κι απο το στόμα μου αναβλύζει ο καιρός.

Aντωνης Φωστιερης


Mε τα θλιμμενα ματια μου - Β. Μοσχολιου

Τετάρτη 13 Ιουνίου 2012

Προσοχή στο διάκενο


Δεν ζητώ άλλο, πέρα απ’ το να μπορούσα να ξαναγράψω απ’ την αρχή.



Δηλαδή, να μαθητεύσω πάλι. Να πάρω τα πρώτα-πρώτα υλικά, ανήξερη, περίεργη, γλυκοζαλισμένη και να στρογγυλέψω με το μολύβι τις γωνίες. Να φτιάξω φωνήεντα, να τραβήξω ευθείες, να σχηματίσω λέξεις. Πρωτόλειες. Ανείπωτες. Για μένα δηλαδή.
Γιατί για όλους τους άλλους, κοινές θα’ ναι. Αναμασημένες. Χυλός ξαναζεσταμένος σε χλιαρή φωτιά. Μα γω θα γράψω τώρα αλλιώς. Θα λέω. Θα νομίζω. Θα πιστεύω. Με λέξεις νιές. Σε χαρτιά αλάνες. Έτσι. Αραιά, με απλοχωριά μεγάλη• να’χει χωράφι μπρος να τρέχει το βλέμμα και το μυαλό. Ν’ απέχει πολύ το κάθε γράμμα απ’ το άλλο. Να ΄χει αναπνιά να αλωνίζει ο νους. Θέλω τα διαστήματα να υπάρχουν ανάμεσα στις γραμμές, στις καμπύλες, στα κοίλα και στα κυρτά, στα κακοφτιαγμένα και τ' αλφαδιασμένα• ναι, σ’ αυτά. 

Για τα διαστήματα άλλωστε εξασκείται το χέρι με το που πρωτοκάθεται στο θρανίο. Για τις αποστάσεις. Να τηρούνται λεν. Γιατί έτσι, μπορείς να δεις σωστά. Να κατανοήσεις. Από απόσταση. Εσύ. Αλλά κι οι λέξεις μεταξύ τους. Σε απόσταση.

Γραφές και οι άνθρωποι. Γράμματα. Λέξεις. Οι άνθρωποι. Οξείς, βραχείς, μονοσύλλαβοι, άτονοι, ασύμφωνοι, κτητικοί, με προθέσεις, με ανορθογραφίες. Κι η κατανόησή τους, από απόσταση. Ασφαλείας, ενίοτε.

Τραβώ γραμμή και κάνω βήματα πίσω. Να ΄χει άνεση η ματιά. Να δω ανθρώπους, να δω γράμματα.
Μηδέν, μου χασκογελάει η αριθμητική. Η ακάλεστη. Ούτε λέξεις με βάρος, ούτε μορφές με υπόσταση.

Δεν χωνεύονται πια οι καιροί. Όσο κι αν στρογγυλέψεις το βλέμμα. Όσο κι αν μαλακώσεις τα σύμφωνα. Άκαμπτοι, άγαρμποι καιροί, μες σε ευτελείς αποστάσεις.

Μιλάς για το χιλιοβιωμένο. Διαβάζεις ό,τι ήδη ξέρεις. Όπως και γράφεις βέβαια, ό,τι έχει ειπωθεί, εντός κι εκτός σου, πολλάκις.
Μπαγιατέψαμε. Κι ό,τι φρέσκο κι ανατρεπτικό κυκλοφορεί μάλλον μόνο μες σε ζωές ιδιωτικές. Δε μοιράζεται.

Τον αστεροειδή Β612, εκείνον τον πλανήτη του μικρού πρίγκιπα, μπορώ να τον έχω; Ένας πλανήτης, ένα σπιτικό. Άριστα.
Γιατί πιο μοναχικό απ’ το άδειο πολύ, δεν υπάρχει.

Β612. Να ’χω και γω, τις αποστάσεις μου.

Kapetanissa

Σάββατο 9 Ιουνίου 2012

Σταυρο - ...λεξο

τις περιμαζεψα 
να μη κρυωνουν μονες
τις αγκαλιασα με προσοχη 
να μη σπασουν
τις νανουρισα 
για να σωπασουν το κλαμα
τις ακουμπησα ευλαβικα 
στο κρυφο ραφι του καρδιοφυλλου
κι ειπα: αυτο ηταν...

μα εκεινες ...αερικα
ξεφυγαν χοροπηδωντας
γελαστες κι αυθαδικες
διαμελιζοντας με
γνεφουν  αλλοφρονες
σερνοντας πισω τους
τα σωθικα μου

οι δυο σου ανειπωτες
...οι μαγισσες, ...οι λεξεις


Τετάρτη 6 Ιουνίου 2012

Ποιος θα βρει ποιον...

Ποιος θα βρει ποιον...
Αδιαπραγματευτο. Τερμα οι τοιχοι...
Στεκομαι στις ωρες που δεν ειχα τιποτε αλλο
-απο χερια και ποδια-
.......
Καρδια μερικα γραμμαρια δυνατοτερη και δεκα εκατοστα ελπιδα.

Σα να λεμε λιγοτερη οργη, ηχοι που δεν ακους, μονο βλεπεις
αυτα τα κομματια που σκορπισαν -ξανα και ξανα-
........
Ποιος θα βρει ποιον...
Κατω απο χιονι... Κατω απο το μαξιλαρι πλαθω τη λεξη...
Εκ γενετης μεγαλειο μου... Ονομαζω ενα ενα τα δαχτυλα που θα σε
αγγιζουν... Ολο μου το φευγιο, ειτε ψυχης, ειτε κορμιου, σφιχτα στο πρωτο
μου φως... Προσευχη που σχιζεται στα βηματα μου.
Πεθανα εκατο φορες ... Στεκοταν εδω και παγωνε η διψα...
Πανω απο μας , μονο ουρανος...
Επειδη το αυριο θαναι μεγαλη μερα, ονειρο μεσα στο ονειρο,

-σε κρατω στη χουφτα μου- τ΄αστερια πια δε σβηνουν, η μπορα πια ξεσπαει!!!

Παρασυρομαι. Γυρναω πισω. Γυρναω πισω...

Ποτε μου δεν αφεθηκα τοσο
........
Θεε μου μην εκραγω μονάχα και χαθεις...

Vennis Mak




Θλιψη - Μ.Λιντα Μ.Χιωτης




Δευτέρα 4 Ιουνίου 2012

Σκιες

Ο χρόνος ξερνούσε τις στιγμές
από τα ημερολόγια των ανθρώπων
και ένα υγρό πιο ρευστό από τα κύματα των ψυχών

απλώθηκε στον απέραντο χώρο,
και πεθαμένες ημέρες ταξίδευαν μέσα

στην τόση παραλυσία των ματιών 
μες στην ακινησία των πραγμάτων….

Και παράξενες αγαπημένες μορφές

ξεθωριασμένες από την εγκατάλειψη ,
άφηναν πάνω στην αιωνιότητα σταγόνες

από όλα τα χρώματα του ουρανού
και με υγρές μαχαιριές τα δάκρυα έγραφαν

τον πόνο πάνω σε όλα τα πρόσωπα ,
και εξουθενωμένα δευτερόλεπτα

ξεχρέωναν όλους τους έρωτες ,
όλους τους φόβους,όλες τις προσδοκίες…….

Και ο χρόνος συνεχώς χυνόταν αργά

πάνω στο σώμα σου 
και οι μέρες μισές ταξίδευαν ακέραιο το πόθο μου
για σένα .....

Δεν έχουν τόπο όμως ετούτες οι σκιές,

δεν ζούνε μες στο χρόνο,
δεν είναι παρά μόνο μια γλυκιά ψευδαίσθηση,

μια τρυφερή σταγόνα από αίμα,
και είναι ότι πια αναζητούν τα χείλη μου όχι το φιλί σου,
και γι’αυτό πέφτω τώρα δα στα γόνατα μου

και ουρλιάζοντας δυνατά
εκλιπαρώ τους αιώνιους θεούς
για να πεθάνεις…….

Πόσο σε μισώ ,πόσο ανώφελα σ’αγαπώ……


Β. Κουστουδας


Να με θυμασαι - Τ. Τσανακλιδου



Σάββατο 2 Ιουνίου 2012

Τα σκήπτρα της φωνής

Σ’ τα έλεγα όλα
-Μισού αιώνα αβέβαιος-

Κι ας λένε ότι δεν μίλαγα
Απλώς ανοιγόκλεινα τον αέρα στο στόμα μου
Μ΄ ένα σχεδόν αόρατο φόβο

Σου έλεγα
Για βουβά πλοία
Που ανοίγουν στη μνήμη μου
Τρύπες θάλασσας
Κόβοντας τον ίσκιο στα δύο

Σου έλεγα
Για κορμιά – αυλές νεκροταφείου
Που ξεροσταλιάζουν
Με ζωγραφισμένες θηλές
Στα ενδότερα του σαλονιού

Μ’ άρεσε
Να σωπαίνω τις λέξεις πάνω σου
Να κοιμούνται

Μ’ άρεσε
Να αρρωσταίνω από φυγή

Κι όμως
Ποτέ μου δεν έφυγα
Ποτέ δεν μίλησα

Κι ας σ’ τα έλεγα όλα

Σταύρος Σταυρόπουλος